Τετάρτη, Δεκεμβρίου 20, 2006

Πρόσκληση σε τσάι

Η ιδέα ήταν άλλου φίλου blogger! Αλλά γιατί όχι; Την υιοθετώ!
Θέλετε να έρθετε για τσάι (και γλυκά) σπίτι μου;
Λέω για τις 26 Δεκεμβρίου το απόγευμα.
Μέχρι στιγμής είμαστε 2-3 στάνταρ. Αν θέλετε και οι υπόλοιποι αγαπημένοι και αγαπημένες μου, στείλτε μου mail! xxxx

Παρασκευή, Δεκεμβρίου 15, 2006

Ακολουθώντας το εορταστικό κλίμα...

« Ο κόσμος είναι μια μεγάλη κατσαρόλα που μέσα της βράζουμε εμείς με το ζουμί μας. Και πάνω, ο μέγας Μάγειρας με τα βιβλικά γένια, κρατώντας μια κουτάλα, ανακατεύει μόνιμα ένα μενού ζωοτροφής για τα σκουλήκια. Αέναο φύραμα στην ανάπτυξη των κόσμων. Κι όσο θα ήθελα να πιστεύω στην ανωτερότητα του ανθρώπου, τόσο η καθημερινή πραγματικότητα μού επαληθεύει το αναίτιο της υπάρξεώς του.»

Βασίλης Ζιώγας
«Εστιατόριο Humanismus»

Παρασκευή, Δεκεμβρίου 01, 2006

Ν τ ο υ έ ν τ ε

Κάθε σκαλί που ανεβαίνει ένας άνθρωπος, ή όπως θα ’λεγε ο Νίτσε, ένας καλλιτέχνης, στον πύργο της τελείωσής του γίνεται ύστερα από σκληρή μάχη μ’ ένα ντουέντε. Όχι μ’ έναν άγγελο όπως έχουν πει, ούτε με μια μούσα. Είναι ανάγκη να γίνει αυτό το βασικό ξεχώρισμα για να φτάσει κανείς στην καρδιά ενός έργου. [...]
Για να βρούμε το ντουέντε δεν υπάρχει τίποτε να μας βοηθήσει. Ούτε χάρτης ούτε «σωστοί τρόποι». Το μόνο που ξέρουμε είναι πως καίει το αίμα σαν κοπανιστό γυαλί, πως εξαντλεί, πως σβήνει τη γλυκιά γεωμετρία που μάθαμε.[...]
Ο ερχομός του ντουέντε προϋποθέτει πάντοτε μια ριζική αλλαγή όλων των μορφών που στηρίζονται σε παλιές βάσεις. Φέρνει μαζί του ένα συναίσθημα φρεσκάδας εντελώς πρωτόγνωρο έτσι όπως μοιάζει με καινούργιο τριαντάφυλλο, με θαύμα, γεννώντας στο τέλος ένα σχεδόν θρησκευτικό ενθουσιασμό. [...]
Πριν από μερικά χρόνια σ’ ένα διαγωνισμό χορού στο Χερέθ ντε λα Φροντέρα, μια γριά ογδόντα χρονών νίκησε πανέμορφες γυναίκες και κορίτσια με μέσες σα νερό, υψώνοντας απλώς τα χέρια, ρίχνοντας πίσω το κεφάλι και κτυπώντας τα πόδια στα σανίδια. Ανάμεσα σε μούσες κι αγγέλους, ανάμεσα σε καλλονές κορμιού και καλλονές χαμόγελου, το ετοιμοθάνατο ντουέντε, σέρνοντας τα φτερά του τα φτιαγμένα από σκουριασμένα μαχαίρια, δε γινόταν παρά να νικήσει – και νίκησε.
[...] Το ντουέντε δεν εμφανίζεται καν αν δεν δει κάποια πιθανότητα θανάτου, αν δεν πειστεί πως θα μπαινόβγει ελεύθερα στο σπίτι του, αν δεν είναι σίγουρο πως θα ταράξει εκείνα τα κλαριά που όλοι κουβαλάμε μέσα μας και που θα μείνουν για πάντα απαρηγόρητα.
Στη σκέψη, στον ήχο και στην κίνηση, το ντουέντε σπρώχνει το δημιουργό σε μιαν αντρίκια, τίμια πάλη στο χείλος του πηγαδιού. Κι ενώ η μούσα κι ο άγγελος αποσύρονται με το βιολί ή με το διαβήτη τους, το ντουέντε πληγώνει, και στο γιάτρεμα αυτής της πληγής που ποτέ δεν κλείνει, βρίσκεται η ρίζα ό,τι πρωτόγνωρου και θαυμαστού κρύβει το έργο του ανθρώπου.
Η μαγική ιδιότητα ενός ποιήματος στηρίζεται στη συνεχή παρουσία του ντουέντε έτσι που εκείνος που το αντικρίζει να βαφτίζεται σε σκοτεινά νερά. Γιατί με το ντουέντε είναι πιο εύκολο να νιώσεις και ν’ αγαπήσεις και ξέρεις πως και σένα θα σε νιώσουν, πως και συ θ’ αγαπηθείς. Κι αυτός ο αγώνας για έκφραση και για την επικοινωνία της έκφρασης φτάνει στιγμές που παίρνει στην ποίηση τη μορφή μιας πάλης μέχρι θανάτου.
[...] Το ντουέντε επιδρά πάνω στο σώμα της χορεύτριας όπως ο άνεμος πάνω στην άμμο. Με μαγικές δυνάμεις μεταμορφώνει ένα απλό κορίτσι σε φεγγαρόπληκτη παραλυτική, κάνει ένα τσακισμένο γεροζητιάνο που γυρίζει τις ταβέρνες να κοκκινίζει σαν έφηβος, κρύβει μέσα σε μακριές πλεξίδες το άρωμα του λιμανιού τη νύχτα και κάθε στιγμή εμπνέει στα χέρια κινήσεις που γέννησαν τους χορούς όλων των καιρών.
Μα αξίζει να τονιστεί πως το ντουέντε δεν επαναλαμβάνεται ποτέ, όπως τα σχήματα της θάλασσας δεν επαναλαμβάνονται ποτέ στη θύελλα.
[...] Πού είναι το ντουέντε; Μέσα από την άδεια αψίδα υψώνεται ένας άνεμος του νου που πνέει ακατάπαυστα πάνω από τα κεφάλια των νεκρών σε μιαν ατέλειωτη αναζήτηση για καινούργια τοπία κι ανυποψίαστους τόνους. Ένας άνεμος που μυρίζει σάλιο παιδιού, φρεσκοκομμένο χορτάρι και πέπλο μέδουσας αγγέλλοντας το αιώνιο βάπτισμα των νιογέννητων πραγμάτων.

Φ. Γ. Λόρκα.
Άνοιξη, 1930

Τετάρτη, Νοεμβρίου 15, 2006

Χαμένοι στη στροφή του Λαβυρίνθου ή οδυνηρή κωμωδία.

« - Άλλοτε τον αγαπώ περισσότερο, άλλοτε λιγότερο, άλλοτε πάλι καθόλου· ανάλογα: αν έχω να τον δω καιρό, τον βρίσκω πολύ αξιαγάπητο· αν τον βλέπω καθημερινά, τον βαριέμαι λιγάκι: ωστόσο, λίγο πιο έντονες συγκινήσεις διόλου δεν θα έβλαπταν.
- Μα δεν υπάρχει σ’ αυτό κάποια αστάθεια;
- Ίσως · αλλά τίποτα δεν βάζουμε στην καρδιά μας. Παίρνουμε ό,τι βρίσκουμε….»

ΜARIVAUX, Le Dėnouement imprėvu, σκηνή 4η.
(τι θέλει να πει ο ποιητής;;)

Κυριακή, Νοεμβρίου 05, 2006

…των μη θηλαστικών. –(Συνέχεια του προηγουμένου ποστ, πηγή το ίδιο βιβλίο)

Ενδιαφέροντα, και κυρίως ευφάνταστα παραδείγματα ερωτικής συμπεριφοράς και λειτουργίας από τον κόσμο των εντόμων και των ψαριών -(Όπως λέει και ο συγγραφέας : για τους ανθρώπους τους εντοιχισμένους στη γαμήλια τελετουργία, καλύτερα να μη μιλήσουμε…)
Ξεφεύγουμε λοιπόν τόσο από τους ανθρώπους, (εντοιχισμένους και μη), όσο και από τα θηλαστικά.

Παράδειγμα 1ον.
ΑΚΡΙΔΕΣ
Για πολύ καιρό πίστευαν ότι η ακρίδα καταβρόχθιζε το αρσενικό την ώρα που ζευγάρωναν από λαιμαργία. Πρόσφατα ανακάλυψαν ότι δεν είναι έτσι. Στην πραγματικότητα, ο εγκέφαλος του αρσενικού επενεργεί απαγορευτικά στην εκσπερμάτωση. Αν λοιπόν το θηλυκό θέλει να γονιμοποιηθεί, ο μόνος τρόπος για να το καταφέρει, είναι να λιώσει με τα δόντια του το κρανίο του φτωχού αρσενικού, που έτσι εκσπερματώνει με όλη του την άνεση.

Παράδειγμα 2ο
ΨΑΡΙΑ
Υπάρχει ένα ψάρι που ζει στα βαθιά. Το θηλυκό κουβαλάει κολλημένα στα πλευρά του δύο ή τρία αρσενικά, εκατό φορές πιο μικρά απ’ αυτό. Πρόκειται για τέλεια παράσιτα: κολλημένα στο σώμα του θηλυκού με το στόμα, διατηρούν μια άμεση επικοινωνία ανάμεσα στα δύο κυκλοφοριακά συστήματα, ενώνοντας κατά κάποιον τρόπο το αίμα τους. Πολύ γρήγορα το πεπτικό τους σύστημα, τα δόντια τους, η καρδιά τους και οι βρόγχοι τους ατροφούν και εξαφανίζονται. Το μόνο όργανο που τους μένει, είναι ένας τεράστιος όρχις, μοναδικός λόγος της ύπαρξής τους.

(Εγώ δεν είπα τίποτα, και μην διαβάσω τίποτε κακεντρεχή σχόλια….)

Κυριακή, Οκτωβρίου 29, 2006

Έρωτες (των θηλαστικών)

Τι είναι ερωτισμός; Είναι η ίδια η σεξουαλικότητα στην απόλυτη έννοιά της, στην άρνησή της δηλαδή να τεθεί στην υπηρεσία της διαιώνισης του είδους.
Όπως και η γαστρονομία ξεχωρίζει την τροφή από τη θρεπτική της λειτουργία, την ανυψώνει σε απόλυτη αξία και κάνει τη μαγειρική μια τέχνη ευγενή. Ο γαστρονόμος και ο πεινασμένος, δεν μπορούν παρά να γυρίσουν ο ένας την πλάτη στον άλλον. Όταν η βικτωριανή ηθική και όχι μόνο βικτωριανή-προσθέτω εγώ), καταδικάζει κάθε σεξουαλική πράξη που δεν τελείται υπό τους όρους της αναπαραγωγής και με μοναδικό της στόχο αυτήν την αναπαραγωγή, επιτίθεται απλούστατα στον ερωτισμό.
Όταν ο Ναπολέων, διώχνοντας τη στείρα Ζοζεφίνα για να παντρευτεί τη Μαρία Λουίζα, έλεγε «παντρεύομαι μια κοιλιά», στερούσε εκ των προτέρων τη σχέση που θα είχε με τη μέλλουσα γυναίκα του από κάθε έννοια ερωτισμού.

Μισέλ Τουρνιέ, από το Πόλεις, Μάσκες, Κορμιά
όπως και του ίδιου το παρακάτω απόφθεγμα, που εμένα τουλάχιστον με έχει βοηθήσει να καταλάβω τι μου γίνεται μερικές φορές, όταν δυσκολεύομαι (λέμε τώρα…)
«Υπάρχει ένα αλάθητο σημάδι για να καταλάβεις αν είσαι ερωτευμένος με κάποιον: το πρόσωπό του σου εμπνέει περισσότερο πόθο από οποιοδήποτε άλλο μέρος του σώματός του»

Πέμπτη, Οκτωβρίου 12, 2006

Εκ βαθέων (αρκετά θα έλεγα)

Δεν θέλω, ούτε φιλοδοξώ να γράψω ποίημα.
Καθόλου.
Να παραληρήσω μόνο λίγο, (ίσως από την κούραση των τελευταίων ημερών).
Και να ξεφύγω από ένα βαρετό θεατρικό έργο που διαβάζω, κι έχω αναλάβει να σχολιάσω (από την Άνοιξη, και κοντεύει να χειμωνιάσει).
Αρχίζω, επαναλαμβάνοντας ότι το όποιο ποιητικό ύφος προέκυψε τυχαία (;) αλλά μάλλον, τώρα που το σκέφτομαι καλύτερα, για καμουφλάρισμα.
Αναρωτιέμαι, -εδώ και χρόνια- γιατί τα πράγματα και τα πρόσωπα να είναι αιχμηρά;
Γιατί ν’απλώνουν έναν μανδύα που να συντρίβει, και το κάθε τι να κεντά μια διάχυτη μονοτονία;
Θάθελα-επιτέλους- να ζήσω έστω μόνο ένα λεπτό ζωής πρωταρχικής, σ’ έναν τόπο αθώο χωρίς την κόπωση της κρυφής προσπάθειας.
Σ’ έναν τόπο, όπου, (μη γελάσετε), αυτό που θα μας ενώνει δεν θα είναι η κοινή μας νόσος [είναι γνωστό ότι οι αρρώστιες μας μας σμίγουν και συναντιόμαστε (αν συναντηθούμε) στον πιο σπαραγμένο τόπο που είναι η καρδιά μας.]
Σκέφτομαι, και δακρύζοντας, (δεν αστειεύομαι) ελπίζω:
ότι έτσι όπως πίσω από το γυμνό υπάρχει η επιδερμίδα,
έτσι και πίσω από τους φόβους μας, υπάρχουμε εμείς.
Και ίσως κάποια στιγμή (μαγική;) γυμνοί από φόβους και θωρακίσεις θα συμπαθήσουμε (αν όχι θα αγαπήσουμε), κι θα συνεχίσουμε… με καρδιά όχι βαμμένη, αλλά ερωτικά διάφανη.
Και όλα αυτά χωρίς χαζή και επιπόλαιη χαρά (δεν μας ταιριάζουν πιστεύω τα ξενέρωτα) αλλά οπωσδήποτε με σπαραγμό, άγρια χαρά και ρίγος, προϋπόθεση για την απόλαυση της πρώτης, της ακέριας ηδονής.
A propo, εσείς ξέρετε κανέναν τόπο που κάθε μέρα να γεμίζει ήλιο και τότε όλα να συνεπαίρνονται;;;;
Είτε ναι, είτε όχι, σας χαρίζω λουλουδάκια, που γεμίζουν με ηχώ, το παγκόσμιο κενό…

Πέμπτη, Οκτωβρίου 05, 2006

Το μαύρο μπουφάν της από λέδερ

Το λέδερ μπουφάν της έλαμπε στον ήλιο. Σταύρωσε το’να πόδι της
στο άλλο (με μπότες, φυσικά!) άναψε ένα τσιγάρο, έγειρε πίσω.
Το λέδερ έκανε το χαρακτηριστικό του τρίξιμο.
Είπε, «στοιχηματίζω
πως θα σου ‘ρχόταν κεραμίδα
αν έλεγα πως είμαι πολύ καλή
στο κρεβάτι και πραγματικά γουστάρω
να τη βρούμε μαζί!»

Εγώ καθόμουνα στο πεζουλάκι της βεράντας.
είπα, «η αλήθεια είναι πως δεν είμαι σίγουρος για το τι θα ‘κανα –
Αλλά σίγουρα δε θα μου ‘ρχόταν κεραμίδα».

Κάτω απ’ το χαμηλό τοίχο
ο βράχος έπεφτε κατακόρυφα
και σκεπαζόταν χαμηλά στη θάλασσα από τα κύματα.
Είπα, «μπορεί να πήδαγα από τη χαρά μου
ή ίσως και να πήδαγα από δω που βλέπεις!»

και της έσκασα χαμόγελο.
Ανατρίχιασε και χαμογέλασε κι εκείνη.
«Είναι φανταστικά να κάθεσαι έξω», είπε,
«αλλά δεν έχει ζεστάνει αρκετά ο καιρός
για να καθόμαστε πολύ στη βεράντα.
Τι θα ‘λεγες να πάμε μέσα;»
Είπα, «Η άνοιξη
μπήκε μόλις πριν τρεις μέρες-

μην έχουμε τόσες πια απαιτήσεις από τον καιρό!»
Στην πόρτα γύρισε κι ακούμπησε
ένα μαύρο γάντι –λίγο αβέβαια-
πάνω στο μάγουλό μου. Μουρμούρισε,
«Η άνοιξη είναι κόλαση
αν είσαι καλός στο κρεβάτι
αλλά κακός στον έρωτα!»


Robin Skelton. Μτφ: Α. Αγγελάκης

Κυριακή, Οκτωβρίου 01, 2006

Περί τραγικού μέρος 2ο (ή το λιγότερο δημοφιλές post στην ιστορία των blogs).

Παραμερίζοντας τις επιμέρους διαφορές στις ποικίλες προσεγγίσεις του τραγικού (στη δυτική φιλοσοφία), μπορούμε, κάπως χονδροειδώς και υπερ απλουστεύοντας ίσως, να πούμε ότι υπάρχουν στοχαστές που θεωρούν το τραγικό βίωμα ως προϊόν πρόσκαιρο (κοινωνικών συνθηκών, αγνωσίας ή παροδικής δυσαρμονίας).
Τόσο οι μορφές του ιδεαλισμού όσο και οι αποχρώσεις του υλισμού δεν αφήνουν κανένα περιθώριο για την τραγική εμπειρία..
Οι πρώτοι την θεωρούν σαν ένα λίγο –πολύ στιγμιαίο φαινόμενο που δεν σχετίζεται με την ουσία του κόσμου και με το νόημα του είναι. (tosa xeroun tosa lene ).
Οι δεύτεροι, με την απαλοιφή των αντιθέσεων μέσα στους κόλπους της αταξικής κοινωνίας θεωρούν, επίσης, ότι το τραγικό συνδέεται με κάποιες εποχές, τόπους ή ιστορικές συνθήκες και επομένως η εμφάνιση του είναι περιστασιακή και υπό όρους. (aisiodoxa ta hrysoulia mou).
Και στις δύο ανωτέρω περιπτώσεις, όλοι ανοίγουν την προβληματική του τραγικού με σκοπό λίγο πολύ να την υπονομεύσουν, να εξυπηρετήσουν τα δικά τους φιλοσοφικά συστήματα και τελικά να την κλείσουν με ανακούφιση… (efkolo einai;)
Kάποιοι υπαρξιστές όμως, απαλλαγμένοι από τις απαιτήσεις «συστημάτων» και ορθολογικών μονοδρομήσεων, δεν δίνουν στο τραγικό έργο τέχνης –στην τραγωδία του 5ου αιώνα – επικουρικό χαρακτήρα- αλλά το μελετούν στη βάση ότι αυτό σκιαγραφεί το τραγικό της ανθρώπινης ύπαρξης. Δεν το εξοβελίζουν αφού θεωρούν ότι αποτελεί ένα εγγενές στοιχείο του σύμπαντος. Στο μυαλό μου έχω τον Σέλερ, που δεν είναι μεν υπαρξιστής, είναι όμως χριστιανός από πεποίθηση και επιλογή, τον αγωνιώδη αθεϊσμό του Νίτσε, τον Γκαμπριέλ Μαρσέλ, αλλά και την αγωνιώδη θρησκευτικότητα του Ουναμούνο.
Αυτοί οι φιλόσοφοι, όπως και άλλοι, με Θεό ή χωρίς Θεό, συναντιούνται πάνω στο πεδίο του εγκόσμιου τραγικού, και αρνούνται να το θεωρήσουν σαν πρόσκαιρο σκηνικό η επιφαινόμενο της ύπαρξης.
Η φιλοσοφία της τραγωδίας, γράφει ο Σεστώφ, βρίσκεται σε θεμελιακή αντίθεση προς τη φιλοσοφία της καθημερινότητας. Η καθημερινότητα εξασφαλίζει μια παρηγορητική συνύπαρξη με τους άλλους ανθρώπους. Αλλά το γνησίως υπάρχειν απαιτεί συχνά την απόσταση, την απομόνωση από τη συλλογικότητα και τους κανόνες της. Έτσι, οι άνθρωποι της τραγωδίας, οι ‘εγκαταλελειμμένοι’, οφείλουν να διεξάγουν έναν διπλό αγώνα: ενάντια στην ‘αναγκαιότητα’ και ενάντια στους πλησίον τους που μπορούν ακόμη να προσαρμόζονται…

Δευτέρα, Σεπτεμβρίου 25, 2006

αφορισμός

Εκείνους που γνωρίζουν τι θα πει ομορφιά, κι εκείνους που γνωρίζουν τι θα πει θλίψη.
Κανείς άλλος δεν με ενδιαφέρει.

O.W

Πέμπτη, Σεπτεμβρίου 21, 2006

Μια αληθινή ιστορία κανιβαλισμού

Ήταν περίπου τετρακόσια περίπου χρόνια μετά τη γέννηση του Χριστού. Τόπος η Αλεξάνδρεια.
Το όνομά της Υπατία.
Πατέρας της, ο Θέωνας. Ονομαστός φιλόσοφος της εποχής που φρόντισε να της δώσει τέτοια μόρφωση και καλλιέργεια, ώστε όταν μεγάλωσε, να ξεχωρίζει από όλους τους γραμματιζούμενους της εποχής, που δεν ήταν και λίγοι. Συναντιόντουσαν στο περίφημο πανεπιστήμιο της Αλεξάνδρειας και έχτιζαν σιγά-σιγά τα θεμέλια της ευρωπαϊκής ιστορίας. Αστρονόμοι, γιατροί, φυσικοί, μαθηματικοί, βιβλιολόγοι μαζευόντουσαν στις πολυάριθμες αίθουσες, τις στοές και τους κήπους. Όλες οι επιστήμες παρούσες.
Η πόλη, η Αλεξάνδρεια, είχε τεράστια φήμη, που την όφειλε στην καλλιέργεια του ελληνιστικού πνεύματος. Κι εκείνη ήταν στο κέντρο αυτής της μεγάλης πολιτιστικής εστίας. Δύσκολα χρόνια. Και κυρίως για αυτούς που δεν ήταν χριστιανοί.
Η σχετικά νεοσύστατη χριστιανική εκκλησία της Αλεξάνδρειας, αντιτασσόταν με ζήλο στα αρχαία μορφωτικά ιδεώδη. Η ξεχωριστή ελληνική παιδεία της και η διδακτική της δραστηριότητα την είχαν φέρει στην κορυφή της Πλατωνικής Σχολής, που είχε ιδρυθεί από τον Πλωτίνο. Δίδασκε όποιον της το ζητούσε και ένιωθε να δικαιώνεται όταν οι διδασκαλίες της έπιαναν τόπο.
Το υπόλοιπο κομμάτι της ζωής της είναι κι αυτό γνωστό από την ιστορία. Όπως και
ο θάνατός της, που δεν ήταν καθόλου ειρηνικός και ανώδυνος.

Δεν έφτανε ότι δίδασκε αυτά που η χριστιανική εκκλησία αποκήρυττε ως ‘ελληνικές φλυαρίες’, αλλά είχε και ένα επιπλέον θανάσιμο και ασυγχώρητο ελάττωμα: ήταν γυναίκα, ανύπαντρη, και μάλιστα, όπως λένε οι ιστοριογράφοι, ιδιαίτερα όμορφη.
Πολλά κακά μαζεμένα στο πρόσωπό της. Ποτέ δεν της συγχώρεσαν τις διδασκαλίες της για τον Πυθαγόρα τον Πλάτωνα και τον Αριστοτέλη, ούτε τα Υπομνήματα της στη θεωρία των αριθμών του Διόφαντου. Αλλά κυρίως δεν της συγχώρεσαν την αυτοπεποίθησή της και την ικανότητα της να κινείται ανενδοίαστα στην ανδρική κοινωνία.
Η μηχανορραφία που στήθηκε εναντίον της ήταν αναμενόμενη.
Η φιλία της με τον Ορέστη, τον αυτοκρατορικό έπαρχο, ήταν αρκετή για να κυκλοφορήσει η φήμη πως εκείνη τον εμπόδιζε να καλλιεργήσει φιλικές σχέσεις με τον Κύριλλο, τον χριστιανό επίσκοπο της Αλεξάνδρειας.
Το κακό δεν άργησε να γίνει. Οι θερμοκέφαλοι οπαδοί της θρησκείας της αγάπης με την καθοδήγηση του αναγνώστη της εκκλησίας τους, του Πέτρου, της έστησαν καρτέρι ένα βράδυ καθώς γύριζε στο σπίτι της. Της επιτέθηκαν πισώπλατα, την τράβηξαν από την άμαξα και την έσυραν με βία στην εκκλησία που ήταν γνωστή με το όνομα Καισάρειο. Την έγδυσαν, και τη χλεύαζαν βλέποντας τον τρόμο της και τη ντροπή της. Και τη σκότωσαν, με τα χέρια τους τα ίδια και με σπασμένα γυαλιά. Κομμάτιασαν το σώμα της σε μικρά-μικρά κομμάτια. Μετά, πήραν τα κομμάτια της και τα πήγαν στον Κιναρώνα, και κει έβαλαν φωτιά και τα έκαψαν.
Τέλος.- (Η ιστορία δεν είναι φανταστική).

Παρασκευή, Σεπτεμβρίου 15, 2006

Αν έπεφτα από τα σύννεφα θα ήμουν τόσο ζαλισμένη όσο και πριν

"Χωρίς το κέντρισμα του έρωτα και της ευχαρίστησης η καρδιά του ανθρώπου είναι η προσωποποίηση της παράλυσης. Είμαστε σαν τα λιμνάζοντα, κοιμισμένα νερά, που περιμένουν να τα ταράξουμε για να ταραχθούν."

Δεν ξέρω για ποιο λόγο ξεκίνησα να ξαναδιαβάσω Μαριβώ...
Οι αναλυτές έχουν μιλήσει πολύ για τη τέχνη και την τεχνική του, τη γλώσσα του, την επιτήδευσή του.
Οι ήρωες του Μαριβώ μοιάζουν διαρκώς να γεννιούνται μέσα από τα συναισθήματά τους. Μοναδική είναι η στιγμή που ερωτεύονται, και η ακραία έκπληξη που ζουν από τον εαυτό τους τη στιγμή αυτή. Σαν να ξυπνάνε τότε από την ανυπαρξία, και να αρχίζουν μόλις να υπάρχουν. Μέσω του ερωτικού συναισθήματος βιώνουν για πρώτη φορά την ύπαρξη τους, και εκπλήσσονται από ένα είδος δημιουργικής ορμής, που ταυτόχρονα τους δημιουργεί και τους διαμορφώνει ώστε να γίνουν διαφορετικοί από αυτό που ήταν μέχρι τότε.

"- Ένιωθα τέτοια ταραχή, τέτοια σύγχυση, τέτοιο πείσμα,που δεν ήξερα πως να αρχίσω να μιλώ.Ήταν εξάλλου μια κατάσταση εντελώς άγνωστη για μένα εκείνο το συνοθύλευμα συναισθημάτων.Ποτέ άλλοτε δεν είχα αισθανθεί έτσι".
" Δεν θα μπορούσα να σας ορίσω αυτό που αισθανόμουν. Ήταν ένα κράμα ταραχής, απόλαυσης και φόβου."

Τα πράγματα για τον Μαριβώ έχουν (περίπου) ως εξής:
Το πνεύμα μας, το οποίο μαθαίνει μέσα στη διάρκεια του χρόνου, δεν μπορεί να μας βοηθήσει να γνωρίσουμε τον εαυτό μας. Κι αυτό γιατί είμαστε υπάρξεις στιγμιαίες και ένα μυαλό στοχαστικό, άρα χρονικό, δεν θα μπορούσε να μας βοηθήσει σ' αυτό το έργο.
Αλλά σ' αυτή την αργή γνώση, ο Μαριβώ αντιτάσσει μια άλλη που είναι πιο γρήγορη, σχεδόν ακαριαία, και που μάλλον είναι συναίσθημα παρά γνώση.
Για τον Μαριβώ, πραγματική γνώση είναι η γνώση που παράγεται από το συναίσθημα: "Προσωπικά, πιστεύω ότι μόνο το συναίσθημα μπορεί να μας δώσει πληροφορίες σχετικά ασφαλείς για τον εαυτό μας" λέει σ' ένα έργο του.
Με δυο λόγια, δεν υπάρχει ορθολογική γνώση της ύπαρξης (της ανθρώπινης τουλάχιστον). Αυτό που υπάρχει είναι ένα άμεσο βίωμα κατά τη διάρκεια του οποίου αισθανόμαστε ότι είμαστε αυτό που αισθανόμαστε.
Για τον Μαριβώ, Έρωτας σημαίνει Αίσθηση και Γνώση του εαυτού μας.
Αν ο έρωτας μας οδηγεί έξω από τα όρια του Είναι μας, ο ίδιος μας επαναφέρει σε αυτά. Γιατί το συναίσθημα προς κάποιον άλλο επιτυγχάνει την ολοκλήρωσή του μόνο τη στιγμή που γίνεται όχι πια αποκάλυψη του Άλλου, αλλά γνώση του Εγώ μας.
"Δεν ανήκα πια στον εαυτό μου, δεν θυμόνουν πια τίποτε. Προχωρούσα, άνοιγα τα μάτια, έμενα εμβρόντητη, κι αυτό ήταν όλο. Ξαναβρήκα ωστόσο τον εαυτό μου καθ' οδόν και τότε απόλαυσα ολόκληρη την έκπληξή μου: ΕΝΙΩΣΑ ΤΑ ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΑ ΜΟΥ".

Υ.Γ: (Και για όποιον ή όποια ενδιαφέρεται εύχομαι και στα δικά του)

Παρασκευή, Σεπτεμβρίου 08, 2006

Ηδονή και Ενοχή

Το ότι η ηδονή ξυπνάει ενοχές, είναι κοινός τόπος. (Ιδιαίτερα σε παλαιότερες εποχές αλλά όχι μόνο.)
Μια ακόμη σκέψη, είναι ότι αυτό μπορεί να είναι αμφίδρομο: Οι ενοχές να ξυπνήσουν ηδονές και μάλιστα πολύ ιδιαίτερες.
Το παρακάτω λογοτεχνικό απόσπασμα είναι από κείμενο του 18ου αιώνα, και ενδεικτικό του ανωτέρω προβληματισμού:

"[...] Μέχρι τα δεκαπέντε μου χρόνια ήμουν εντελώς αθώα, σας το ορκίζομαι. Από τη σκέψη μου δεν είχε περάσει ποτέ ούτε η διαφορά μεταξύ των δύο φύλων. Ζούσα ανέμελη και ευτυχισμένη, όταν μια ημέρα πολύ ζεστή, που βρισκόμουν ολομόναχη στο σπίτι, αισθάνθηκα την ανάγκη να νιώσω πιο άνετα, να ελευθερωθώ.
Γδύθηκα, και ξάπλωσα σχεδόν γυμνή σ' ένα ντιβάνι...
Ώ! Ντρέπομαι!... Τεντωνόμουν, άνοιγα τα πόδια, στροβιλιζόμουν προς κάθε κατεύθυνση. Εν αγνοία μου, έπαιρνα τις πιο αυθάδεις πόζες.
Το ύφασμα του ντιβανιού ήταν δροσερό. Η δροσιά του μου προξενούσε μια ευχάριστη αίσθηση, μια γλυκιά ανατριχίλα στο σώμα. Ω! Πόσο ελεύθερα ανέπνεα. Η ατμόσφαιρα γύρω ήταν χλιαρή, την ένιωθα να με διαπερνά απαλά. Μια ηδονή γλυκιά και ελκυστική. Μια έκσταση σαγηνευτική. Μου φαινόταν ότι μια νέα ζωή πλημμύριζε την ύπαρξή μου, ήμουν πιο δυνατή, πιο μεγάλη, εισέπνεα μια θεία πνοή, άνθιζα κάτω από το φως ενός όμορφου ουρανού!

- Είσθε ποιητική, Φαννύ.

- Σας περιγράφω ακριβώς τα συναισθήματά μου. Το βλέμμα μου περιδιάβαινε αυτάρεσκα στο σώμα μου, τα χέρια μου πηδούσαν από το λαιμό μου στο στήθος κι από το στήθος πιο κάτω. Εκεί σταματούσαν και τότε, παρά τη θέλησή μου, βυθιζόμουν σε μια βαθιά ονειροπόληση.
Οι λέξεις έρωτας, εραστής έρχονταν και ξανάρχονταν ασταμάτητα με την ανεξήγητη για μένα σημασία τους. Είχα λησμονήσει ότι είχα γονείς και φίλους. Κατέληξα να νιώθω μόνη, δοκιμάζοντας ένα φρικτό κενό.
Σηκώθηκα, κοιτάζοντας γύρω μου θλιμμένα.
Έμεινα για λίγο σκεπτική, με το κεφάλι να γέρνει μελαγχολικά, τα χέρια μια να δένονται, μια να λύνονται και να μένουν μετέωρα. Έπειτα, εξετάζοντας και αγγίζοντας πάλι το σώμα μου, αναρωτήθηκα αν όλα ετούτα θα με οδηγούσαν κάπου, αν είχαν ένα τέλος... Ενστικτωδώς, καταλάβαινα ότι μου έλειπε κάτι που δεν μπορούσα να το προσδιορίσω, κάτι που το ήθελα, το ποθούσα με όλη μου την ψυχή.
Πρέπει να έδινα την εντύπωση χαμένης, γιατί κάποια στιγμή γελούσα αχαλίνωτα. Τα χέρια μου άνοιγαν, σαν για να αγγίξουν το αντικείμενο των ευχών μου. Κατέληξα να αγκαλιάζω σφιχτά τον ίδιο μου τον εαυτό. Περιπτυσσόμουν, χαϊδευόμουν, φυλακιζόμουν από τα ίδια μου τα χέρια. Μου χρειαζόταν απολύτως κάτι το συγκεκριμένο, ένα σώμα, να το αγκαλιάσω να το σφίξω. Στην κατάσταση αυτή, της παραίσθησης, έπαιρνα τον ίδιο μου τον εαυτό για τον εαυτό κάποιου άλλου, πιστεύοντας ότι δίνομαι σε έναν άλλο.
Από το παράθυρο, μακριά, φαίνονταν τα δένδρα και το γρασίδι. Ήθελα να ενδώσω στον πειρασμό να τρέξω, να κυλιστώ καταγής, ή να χαθώ, να πετάξω μέσα στις φυλλωσιές. Ατένιζα τον ουρανό, ποθούσα να εκτιναχθώ στον αέρα, να διαλυθώ μέσα στο γαλάζιο, να ενωθώ με τους ατμούς, με τον ουρανό με τους αγγέλους.
Κόντευα να τρελαθώ. Το αίμα μου κόχλαζε, μου ανέβηκε στο κεφάλι.
Εντελώς χαμένη, όρμησα παράφορα στο μαξιλάρια. Κρατούσα ένα σφικτά ανάμεσα στα σκέλη μου, πίεζα ένα άλλο στην αγκαλιά μου. Το φιλούσα τρελά, το περιέβαλλα με πάθος, του χαμογελούσα, νόμιζα πως ήμουν μεθυσμένη, κατακυριευμένη από τις αισθήσεις. Ξαφνικά, σταματώ, σκιρτώ. Μου φαίνεται ότι λιώνω, βυθίζομαι. Αχ, αναφώνησα, Θεέ μου! Αχ! Αχ! Και σηκώθηκα απότομα, έντρομη.
Ήμουν μουσκεμένη παντού.
Δεν καταλάβαινα τί μου είχε συμβεί. Νομίζοντας πως είχα πληγωθεί, φοβήθηκα. Έπεσα στα γόνατα, ικετεύοντας τον Θεό να με συγχωρήσει, αν είχα πράξει κάτι κακό.[...]"

Από : Alfred de Musset, Γκαμιανί ή δυο νύχτες παραφοράς. Μτφ. Α. Στάικος, εκδ: Άγρα.

Δευτέρα, Σεπτεμβρίου 04, 2006

Ανδρικός ευνουχισμός με τη χρήση μαγικών πρακτικών

Πρόκειται για τελετές ευνουχισμού που εφάρμοζαν στις πρώιμες δυτικές κοινωνίες.
(Προφανώς ποτέ δεν εξέλειπαν οι λόγοι για να εκδικηθεί κάποια ή κάποιος έναν άνδρα. Ας τα γράψω και εύχομαι να είναι αχρείαστα!)

Ο Albertus Magnus, θεολόγος του 13ου αιώνα, περιγράφει σε κείμενο του τη μαγική τελετή ευνουχισμού του θύματος:
Αυτός, ή αυτή, που για κάποιον λόγο επιδίωκε τον ευνουχισμό κάποιου κακομοίρη (ίσως όμως και παλιοβρομιάρη φαλλοκράτη της εποχής, δεν ξέρω να σας πω), έπαιρνε το πέος ενός πρόσφατα σκοτωμένου λύκου, και πήγαινε στην πόρτα του θύματος. Εκεί, αρκούσε να τον φωνάξει με το όνομά του, ενώ ταυτόχρονα έδενε μια άσπρη κλωστή γύρω από το πέος του λύκου. Αυτό, ήταν υπεραρκετό για να καταστήσει το θύμα, σεξουαλικά ανίκανο!
Η μαγική αυτή πρακτική της περίσφιξης του ανδρικού μορίου με νήμα, αντλούσε εμφανώς τις καταβολές της από πρακτικές ευνουχισμού των ζώων στην αγροτική ύπαιθρο και κατέστη το φόβητρο των ανδρών στη διάρκεια του 16ου και 17ου αιώνα – κυρίως στον αγροτικό πληθυσμό.
Στη Γαλλία, η μαγική πρακτική του ευνουχισμού, αποκαλούμενη aiguillette, ήταν ευρύτερα εδραιωμένη ως κατεξοχήν φοβία του ανδρικού πληθυσμού.
Ο Jean Bodin, μνημονεύει μια περίπτωση δίκης στην πόλη του Poitiers στη διάρκεια των θρησκευτικών πολέμων, όπου μια νέα γυναίκα, καλής μάλιστα υπόληψης, έκανε στο δικαστήριο επίδειξη περισσότερων από πενήντα διαφορετικών τρόπων δεσίματος της aiguillette, ανάλογα με την έκταση της επιδιωκόμενης βλάβης που ήθελε να προκαλέσει στον άλλο.
Στην περιοχή του Languedoc, ο τελετουργικός ευνουχισμός συνέβαινε στο εσωτερικό της εκκλησίας (!!!), την ώρα του γάμου και συνήθως γινόταν την ώρα της επίκλησης του ιερέα στο αδιαίρετο της ένωσης του ζευγαριού (ους ο Θεός συνέζευξεν, άνθρωπος μη χωριζέτω). Την ίδια στιγμή, ο «ευνουχιστής», έλεγε τη χαρακτηριστική φράση «αλλά ας το κάνει ο διάβολος», και έριχνε ένα νόμισμα πάνω από τον ώμο του.
Εάν δεν βρισκόταν το νόμισμα, ο γάμος ήταν καταδικασμένος.
Η αίσθηση της δαιμονικής απειλής στην ανθρώπινη γονιμότητα, κατέστη ιδιαίτερα οξεία στη διάρκεια του κυνηγιού των μαγισσών, παίρνοντας τη διάσταση μαζικής υστερίας με σαφείς σεξουαλικές προεκτάσεις. Άλλωστε τα ανθρώπινα αναπαραγωγικά όργανα ήταν το κατεξοχήν πεδίο επιρροής του σατανά.

.... Ωραίες εποχές!

Παράκληση: μην θεωρηθεί ότι προωθώ τεχνικές μαύρης μαγείας και μάλιστα σεξουαλικής, και καώ στην πυρά....ποτέ δεν ξέρεις τη μέρα σου ξημερώνει...


Υ.Γ. Είναι η 5η φορά που δημοσιεύω το ποστ και μετά από λίγο σβήνεται. Ελπίζω να μην ξαναγίνει.

Τετάρτη, Αυγούστου 30, 2006

Διαφωνώντας με τον εαυτό μου και αυτά που έγραψα πριν λίγες ώρες

Και τώρα, όπως οι σοφιστές, θα ασκήσω τους δισσούς λόγους! (χα, χα, -ποια νομίζω ότι είμαι η ανόητη!)
Χωρίς να αναιρώ αυτά που έγραψα στο προηγούμενο ποστ, με θέμα «Πως τα λέει αυτός ο Ευγένιος...» ισχυρίζομαι τώρα τα εξής αντίθετα:
Όσο και αν φαίνεται περίεργο, εφόσον είναι γεγονός πως το κωμικό, το γέλιο, έχει μια εγγενή ανατρεπτικότητα, και μπορεί να διαλύσει κάθε σοβαροφάνεια, να καταλύσει κάθε αρχή, παρουσιάζοντας την γελοία και ανόητη, εντούτοις έχει κατά κόρον χρησιμοποιηθεί (εννοώ από την Τέχνη, τη σάτιρα, κ.λ.π.) με πολύ συντηρητικές προθέσεις: έχει εξυπηρετήσει πολλάκις την διαπόμπευση του «διαφορετικού», του αποκλίνοντος, του «παράξενου», του νεωτεριστικού, παίρνοντας το μέρος του παραδοσιακού, του κανόνα, του πεπατημένου. Προσπαθεί με δυο λόγια να επαναφέρει στην τάξη τα «κακώς κείμενα» της κοινωνίας, των ηθών, κ.λ.π., εξυπηρετώντας παγιωμένες αντιλήψεις, και καταδικάζοντας (μέσα από τους ποικίλους μηχανισμούς του γέλιου) την αποκλίνουσα κοινωνική συμπεριφορά ως ελαττωματική και αντικοινωνική.
Αντίθετα, το τραγικό, επειδή προϋποθέτει την ρήξη του ατόμου με το περιβάλλον του, είτε την κοινωνία, είτε τη θεότητα, είτε τον ίδιο τον εαυτό του, ωθεί τον άνθρωπο πέρα από τα όριά του, καθιστώντας τον οντολογικά ή κοινωνικά άστεγο, απαρηγόρητο, και για αυτόν το λόγο, με μία έννοια «επαναστάτη», ενάντια στις κατεστημένες και κοινώς αποδεκτές αξίες. Μέσα από την κατάσταση του τραγικού ο άνθρωπος βιώνει την απόλυτη μοναχικότητά του, το συναισθηματικό του χάος και το ρήγμα του με τον κόσμο.... Ξέρει ότι είναι μόνος του, ‘σ’ έναν άδειο ουρανό’, απαρηγόρητος και κατακερματισμένος.
Τώρα, αν μετά από όλα αυτά μπορεί να γελάσει, ή να καγχάσει, ίσως παράλληλα να βιώνει και μια αίσθηση κωμικότητας. Δεν αποκλείεται!...
........................................................................................................................
Βάση των προρρηθέντων συμπεραίνω ότι τελικά δεν διαφωνώ με το προηγούμενο ποστ μου.

Πώς τα λέει αυτός ο Ευγένιος....

Τάδε έφη Ιονέσκο:"Ποτέ μου δεν μπόρεσα να καταλάβω τη διαφορά ανάμεσα στο κωμικό και στο τραγικό. Καθώς το κωμικό είναι η διαίσθηση του παράλογου, μοιάζει να συντελεί περισσότερο στην απόγνωση απ’ ότι το τραγικό. Το κωμικό δεν προσφέρει διέξοδο. Το χιούμορ μας κάνει να συνειδητοποιούμε, με μια ελεύθερη διαύγεια, το τραγικό ή το ασύνδετο της ύπαρξης του ανθρώπου. Αποτελεί τη μόνη δυνατότητα που διαθέτουμε ν’ αποσπασθούμε από την τραγικωμική μας ανθρώπινη ύπαρξη, την ασθένεια του υπάρχειν.
Να συνειδητοποιήσουμε το τρομερό και να γελάσουμε μ’ αυτό, σημαίνει να κυριαρχήσουμε και να επιβληθούμε σ’ αυτό που είναι τρομερό. Μόνο το γέλιο δε σέβεται κανένα ταμπού, μόνο το γέλιο αναχαιτίζει τη δημιουργία καινούριων αντι-ταμπού στα ταμπού.
Mόνο το κωμικό μπορεί να μας δώσει τη δύναμη ν’ αντέξουμε την τραγωδία της ύπαρξης. "

Παρασκευή, Αυγούστου 04, 2006

Αφιερωμένο στους μετανάστες (είτε από τη χώρα τους είτε από τη ζωή τους)

Το αμετάφραστο

Έγραψε ένα ποίημα με λέξεις καθημερινές
(δεντροστοιχία, πέτρα, κέλυφος, χαρτόνι)
έχοντας την πρόθεση να το μεταφράσει
στη μητρική του γλώσσα.
Ανασέρνωντας μια μια τις αντιστοιχίες
απ' τον βυθό της μνήμης
αλλάζοντας τη διάταξη για να κρατήσει τον ρυθμό
προχώραγε στη νέα παραλλαγή με τόση επιτυχία
που σκέφτηκε να σκίσει την πρώτη γλωσσική μορφή.
Ξάφνου
ο ίσκιος ενός γλάρου πάνω στα νερά
του θύμισε πώς όλα τα πουλιά της μακρινής πατρίδας του
είχαν αποδημήσει ή σκοτωθεί.

Άρης Αλεξάνδρου

Τετάρτη, Αυγούστου 02, 2006

Περί λαϊκής τέχνης...

Μια φορά κι έναν καιρό ήταν ένας φτωχός φουστανελάς που είχε τη μανία να ζωγραφίζει. Τον έλεγαν Θεόφιλο. Τα πινέλα του τα κουβαλούσε στο σελάχι του, εκεί που οι πρόγονοί του βάζαν τις πιστόλες και τα μαχαίρια τους. Τριγύριζε στα χωριά της Μυτιλήνης, τριγύριζε τα χωριά του Πηλίου και ζωγράφιζε. Ζωγράφιζε ό,τι του παράγγελναν, για να βγάλει το ψωμί του. Υπάρχουν στον Άνω Βόλο κάμαρες ολόκληρες ζωγραφισμένες από το χέρι του Θεόφιλου, καφενέδες στη Λέσβο, μπακάλικα και μαγαζιά σε διάφορα μέρη που δείχνουν το πέρασμά του -αν σώζουνται ακόμη. Ο κόσμος τον περιγελούσε. Του έκαναν μάλιστα και αστεία τόσο χοντρά, που κάποτε τον έριξαν κάτω από μιαν ανεμόσκαλα και του 'σπασαν ένα δυο κόκαλα.
Ο Θεόφιλος, ωστόσο, δεν έπαυε να ζωγραφίζει σε ό,τι έβρισκε.
Είδα πίνακές του φτιαγμένους πάνω σε κάμποτο, πάνω σε πρόστυχο χαρτόνι. Τους θαύμαζαν κάτι νέοι που τους έλεγαν ανισόρροπους οι ακαδημαϊκοί.
Έτσι κυλούσε η ζωή του και πέθανε ο Θεόφιλος, δεν είναι πολλά χρόνια, και μια μέρα ήρθε ένας ταξιδιώτης από τα Παρίσια. Είδε αυτή τη ζωγραφική, μάζεψε καμιά πενηνταριά κομμάτια, τα τύλιξε και πήγε να τα δείξει στους φωτισμένους κριτικούς που κάθονται κοντά στο Σηκουάνα. Και οι φωτισμένοι κριτικοί βγήκαν και έγραψαν πως ο Θεόφιλος ήταν σπουδαίος ζωγράφος. Και μείναμε με ανοιχτό το στόμα στην Αθήνα.
Το επιμύθιο αυτής της ιστορίας είναι ότι λαϊκή παιδεία δε σημαίνει μόνο να διδάξουμε το λαό αλλά και να διδαχτούμε από το λαό.

(Ο Φώτης Κόντογλου για τον Θεόφιλο)

Παρασκευή, Ιουλίου 28, 2006

Το αγαπημένο ποίημα ενός αγαπημένου μου

Δεν είμαστε ποιητές σημαίνει φεύγουμε Σημαίνει
εγκαταλείπουμε τον αγώνα
Παρατάμε τη χαρά στους ανίδεους
Τις γυναίκες στα φιλιά του ανέμου
Και στη σκόνη του καιρού
Σημαίνει πως φοβούμαστε
Και η ζωή μας έγινε ξένη
ο θάνατος βραχνάς.

Δευτέρα, Ιουλίου 03, 2006

αχ αυτό το "τυχαίο"

Χωρίς πολλά λόγια νομίζω πως είναι λογικό να ισχύει το εξής:
Αν ένα πράγμα είναι τυχαίο, τότε είναι όλα τυχαία.
Αν έστω και ένα μόνο πράγμα δεν είναι τυχαίο, αλλά κάπου (άγνωστο για μας) αποσκοπεί, και για κάποιο λόγο συμβαίνει, τότε τίποτε απολύτως δεν είναι τυχαίο. Όλα κάπου αποσκοπούν. Κάτι ενδιάμεσο μου φαίνεται ανόητο.
Κι αυτό γιατί το μη τυχαίο συμβάν (όπως και κάθε συμβάν) γεννάει μια αλυσίδα άλλων συμβάντων, κι αυτά με τη σειρά τους άλλα, και άλλα, κλπ.
Οπότε αν η αρχική πηγή, το πρώτο στη σειρά συμβάν, δεν είναι τυχαίο, πώς θα μπορούσαμε να θεωρήσουμε τυχαία όλα τα άλλα που προήλθαν από αυτό;

Δευτέρα, Ιουνίου 05, 2006

Φωτογραφικές σκέψεις για τη φωτογραφία

Επειδή (δεν θυμάμαι αν το έχω αναφέρει στο προφίλ μου), η τεχνική και η σημειολογία της φωτογραφίας είναι μια από τις λίγες μεγάλες αγάπες μου!)

Ένα παλιό σπίτι, ένα σκιερό υπόστεγο, κεραμίδια, ξεθωριασμένη αραβική διακόσμηση, ένας άντρας καθισμένος με την πλάτη ν' ακουμπά στον τοίχο, ένας έρημος δρόμος, ένα μεσογειακό δέντρο: τούτη η παλιά φωτογραφία με συγκινεί: διότι απλούστατα εκεί θα επιθυμούσα να ζήσω. Αυτή η επιθυμία είναι ριζωμένη βαθιά μέσα μου και οι ρίζες της μου είναι άγνωστες: να είναι η ζέστα του κλίματος; Ο μεσογειακός μύθος, η λατρεία του Απόλλωνα; Ξέκομμα; Αποτράβηγμα; Ανωνυμία; Αριστοκρατισμός; Όπως κι αν έχει το πράγμα, εγώ επιθυμώ να ζήσω εκεί κάτω με λεπταισθησία - κι αυτή τη λεπταισθησία, η τουριστική φωτογραφία δεν την ικανοποιεί ποτέ. Για μένα, οι φωτογραφίες τοπίων οφείλουν να είναι κατοικήσιμες και όχι επισκέψιμες. Αυτή η επιθυμία κατοικίας, αν την εξετάσω καλά μέσα μου, δεν είναι ούτε ονειρική ούτε εμπειρική. Είναι φαντασιωτική, σχετίζεται μ' ένα είδος οπτασιασμού που φαίνεται να με μεταφέρει προς τα μπρος, προς μιαν εποχή ουτοπική, ή να με ξαναφέρνει πίσω, δεν ξέρω που, από τον εαυτό μου: διπλή κίνηση που ο Baudelaire ύμνησε στην "Πρόσκληση σε Ταξίδι" και στην "Προγενέστερη ζωή". Μπρος σε τούτα τα τοπία της αρεσκείας μου, θα έλεγε κανείς πως ήμουν βέβαιος ότι τα είχα ήδη επισκεφτεί ή ότι επρόκειτο να τα επισκεφτώ. Όμως ο Φρόυντ λέει για το μητρικό σώμα πως "δεν υπάρχει άλλος τόπος για τον οποίο μπορείς να πεις με τόση βεβαιότητα ότι τον έχεις ήδη επισκεφτεί". Τέτοια λοιπόν φαίνεται να είναι η ουσία του τοπίου: οικείο, που ξυπνάει μέσα μου την (καθόλου ανησυχαστική) Μητέρα.
(από το βιβλίο του Ρολάν Μπαρτ "Ο Φωτεινός Θάλαμος".)

Τετάρτη, Απριλίου 26, 2006

Καθημερινές, απλές και πρακτικές απορίες.

1)Μπορεί να υπάρξει αθανασία χωρίς να υπάρχει Θεός;

2)Μπορεί να υπάρχει Θεός και όχι αθανασία;

3)Μπορεί να υπάρχουν και τα δύο ή τίποτα απ' αυτά;

4) Τι σημαίνει "υπάρχει";

5) Μπορεί το Ον (ο Θεός) ούτε να υπάρχει, ούτε να μην υπάρχει αλλά να "γίνεται"; (Βλέπε "Ασκητική"). Άν ναι, θα συνεχίσει να "γίνεται" ή θα γίνει κάποτε "είναι";
Και πότε με το καλό;;;

Τρίτη, Απριλίου 25, 2006

Ακολουθώντας τον Επιτάφιο

Βρέθηκα τη Μεγάλη Παρασκευή σ'ένα κοντινό νησί του Σαρωνικού, και ακολούθησα έναν μαγικό Επιτάφιο.
Το σώμα του Χριστού ενταφιασμένο μέσα σε σωρούς από ροδοπέταλα και κρίνα. Το σώμα του Διόνυσου ή του πεθαμένου Άδωνη κατά τον ποιητή.
Τι σημασία έχει; Το σώμα που πόνεσε, το σώμα που λύγισε, που ενέδωσε ή αντιστάθηκε στους πειρασμούς... Τι σημασία έχει;
Αν ο πόνος ανύψωνε, αγίαζε, θεοποιούσε, θα είχε μια σκοπιμότητα, μια κάποια χρησιμότητα... Αλλά αυτή είναι η θρησκευτική άποψη που μας υποβάλλει την ιδέα πως όσο πιο πολύ υποφέρουμε τόσο περισσότερο ευγνώμονες πρέπει να είμαστε γιατί έτσι ξοφλάμε τις αμαρτίες, τις δικές μας ή των άλλων (αυτό το δεύτερο σε μια πιο προχωρημένη θεώρηση).
Δεν θέλω ούτε να κοροϊδέψω ούτε να κατακρίνω καμιά άποψη...
Όλα είναι ανοιχτά. Ίσως κάποια στιγμή μάθουμε. Αλλά είτε μάθουμε είτε όχι, τι σημασία έχει;
Αν οι ουρανοί είναι άδειοι και ο άνθρωπος "το ον μέσω του οποίου το Τίποτα εισβάλει στον Κόσμο", και καμιά λύση δεν μπορούμε να περιμένουμε άνωθεν, δεν θα μπορούσαμε να βρούμε εμείς ένα φάρμακο για την ασθένεια του υπάρχειν;
Να ανακαλύψουμε κάτι, όχι καινούργιο, αλλά κάτι ξεχασμένο, κάτι τόσο βαθύ, τόσο αναλλοίωτο ώστε να μην είναι έγκυρη καμία κατάταξη, ή ταξινόμηση του σε ιδεολογικό, φιλοσοφικό ή αισθητικό ρεύμα;
Υπάρχει ο Κύριος του Ελέους; Αν όχι ας παίξουμε εμείς όσο καλύτερα μπορούμε αυτόν το ρόλο, αν ναι, ακόμη καλύτερα για όλους!

Τετάρτη, Απριλίου 19, 2006

Ελπιδοφόροι τυφλοπόντικες...

γιατί αναρωτιέμαι μας ήρθε η Άνοιξη αυτή; Για ποιον πόνο, για ποια έκπληξη, για ποιο ταξίδι εσωτερικό και απρόσμενο;
Όσο πιο πολύ ελπίζεις και αγαπάς τόσο περισσότερο εδραιώνεις μέσα σου βουνά από παραλογισμούς!
Το έχουμε δει να συμβαίνει πολλές φορές. Αυτό που είχε την όψη του ιδανικού, να ξεφτίζει και να μας αποκαλύπτεται σε όλη τη μιζέρια του, γεμίζοντας μας ματαιώσεις, απογοητεύσεις και φρίκη!
Και μεις σαν τον Σίσυφο ξανά και ξανά να επιμένουμε ... για να βρούμε τι; Άλλη μια ματαίωση, άλλη μια απογοήτευση, άλλη μια φρίκη!
Μήπως η ωριμότητα αρχίζει εκεί που τελειώνει η προσμονή και η ελπίδα;
Πώς μπορείς να ζήσεις όμως χωρίς αυτά;
Πώς μπορείς, σ' αυτόν τον ανάστατο κόσμο όπου ακόμη και οι τυφλοπόντικες ενώνονται και ελπίζουν;

Τρίτη, Απριλίου 18, 2006

Ο Κόσμος δεν μπορεί να προσφέρει τίποτε στον άνθρωπο που αγωνιά

Αφήνω την Isadora να περιμένει και γράφω κάτι πιο φλέγον. Όχι καινούργιο, όχι δικό μου, αλλά always classic για να μην ξεχνάμε τις αρχές μας!

Εάν ο άνθρωπος ήξερε πως και το σύμπαν μπορεί να αγαπάει και να υποφέρει θα συμφιλιωνόταν μαζί του. Εάν μέσα στους ευκολομετάβλητους καθρέφτες των φαινομένων η σκέψη ανακάλυπτε αιώνιες σχέσεις,που θα μπορούσαν να συνοψίσουν και να συνοψισθούν σε μια μοναδική αρχή, θα μπορούσαμε να μιλάμε για μια πνευματική ευτυχία, ο μύθος των ευτυχισμένων δε θα ήταν μια γελοία παραμόρφωση.
Τα ουσιαστικά στοιχεία του ανθρώπινου δράματος είναι η νοσταλγία της ενότητας, ο πόθος του απόλυτου...
Το μόνο που μπορούμε να πούμε είναι πως αυτός ο κόσμος δεν μπορεί να δικαιολογηθεί....

(Αλλά αν κανείς έχει άλλη γνώμη, ας με φωτίσει και μένα...)

Παρασκευή, Απριλίου 14, 2006

isadora

Θάθελα να γράψω για τη μεγάλη χορεύτρια, την μοναδική Ισιδώρα Ντάνκαν. Προς το παρόν μαθαίνω, και θα "χτυπήσω' την άλλη βδομάδα!
Φιλιά σε όλους!